Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ




Τα δημοφιλή τραγούδια του συνθέτη και οι επιρροές από τη δημοτική, παραδοσιακή μουσική

ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

Πόσοι δεν έχουμε δει τη «Μανταλένα» ή την «Αλίκη στο Ναυτικό» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη «Στέλλα» με τη Μελίνα Μερκούρη ή το «Αλίμονο στους νέους» με τον Δημήτρη Χορν; Πόσοι δεν έχουμε τραγουδήσει από την τελευταία, π.χ., ταινία το «Ας είναι καλά το γινάτι σου»; Πόσοι όμως έχουμε αναλογιστεί ότι το παραπάνω τραγούδι είναι ένας καλαματιανός (7/8);
Η Ρενάτα Δαλιανούδη, διδάκτωρ Εθνομουσικολογίας στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη μονογραφία της με τίτλο Μάνος Χατζιδάκις και λαϊκή μουσική παράδοση. Από το δημοτικό και το ρεμπέτικο στο «έντεχνο λαϊκό» τραγούδι παρουσιάζει τη σχέση του συνθέτη με την παραδοσιακή και λαϊκή μουσική. Και αν για πολλούς η σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με το ρεμπέτικο είναι γνωστή και οικεία, η σχέση του με το δημοτικό τραγούδι τώρα αποκαλύπτεται σε όλο το εύρος της. Πολύ προτού φθάσουμε στα παραπάνω παραδείγματα, όπου ο Μάνος Χατζιδάκις χρησιμοποιεί στοιχεία της δημοτικής παράδοσης στο έργο του, η «τάση» του αυτή είχε φανεί προς τα τέλη της δεκαετίας του ΄40. Το έργο του «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα», γραμμένο το 1946 -1947, είναι ουσιαστικά το πρώτο επίσημο έργο του συνθέτη όπου η αρχιτεκτονική και η δεξιοτεχνία της λόγιας δυτικής μουσικής συνδυάζονται με τους ρυθμούς και τα μοτίβα της λαϊκής και δημοτικής μουσικής. Η επιρροή από τη δημοτική μουσική διακρίνεται πριν απ΄ όλα στους τίτλους που χρησιμοποιούνται: καλαματιανός, συρτός, μπάλλος, τσάμικος, μεγάλη σούστα (εκτός από τους άλλους συνοδευτικούς τίτλους: μαρς, συνομιλία με τον Προκόφιεφ, νυχτερινό), οι οποίοι παραπέμπουν όχι μόνο στα ονόματα των ομώνυμων χορών που ανήκουν στο ελληνικό χορευτικό ρεπερτόριο της ελληνικής δημοτικής μουσικής αλλά και στο περιεχόμενό τους, εφόσον διατηρούν την αναγνωριστική ρυθμική ταυτότητα των παραδοσιακών αυτών χορών.

Κουρέλια και φουστανέλες
Ο ίδιος ο δημιουργός σε συνεντεύξεις του είχε κατά κάποιον τρόπο τεκμηριώσει τη σχέση του με την «ελληνική» μουσική ή τουλάχιστον το πώς εκείνος την αντιμετώπιζε. «Σωστά ευαίσθητος, υγιής, κάτω από τη διδασκαλία των φίλων και των δασκάλων, μαζί με όλα τα άλλα αρνήθηκα τη “σοβαρή” μας μουσική, που η μισή ντυμένη με κουρέλια παρίστανε την Ευρώπη και η άλλη μισή με φουστανέλες την “αθάνατη Ελλάδα” μέσ΄ από επαρχιακούς στρατώνες». Και επίσης: «Η καταβολή μου είναι το λαϊκό τραγούδι του τόπου μας και η συμφωνική μουσική. Αυτά τα δύο παίξανε τεράστιο ρόλο. Κάπου στο μέσον βρήκα τη χρυσή τομή για να κάνω το τραγούδι που ονειρεύομαι».
Η σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με την παράδοση υπήρξε αμφίθυμη. Αισθανόταν έρωτα και μίσος για αυτήν. Από τη μία πλευρά υμνούσε την «Ιτιά» παροτρύνοντας τους νέους να χορέψουν τον τσάμικο και τον καλαματιανό. Από την άλλη πλευρά, όμως, θα μπορούσε να νιώθει και απώθηση, εφόσον μεγάλωσε σε εποχές όπου το δημοτικό τραγούδι είχε στραγγαλιστεί και αποστραγγιστεί μέσω της αντιδραστικής προπαγάνδας στρατοκρατόρων και δικτατόρων. Δεν γύρισε όμως την πλάτη του στη δημοτική μας παραδοσιακή μουσική. Αντιθέτως, την ενέταξε στο έργο του, όπως παρουσιάζεται για παράδειγμα μέσα από τις κινηματογραφικές μουσικές του: τα 5/8 στο τραγούδι «Το φεγγάρι είναι κόκκινο», από τη «Στέλλα», το 1955, τα 5/8 στο «Εχω ένα μυστικό», από την ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο», ο καλαματιανός (7/8) στο τραγούδι «Αχ, αντρούλη μου», από την ταινία «Η κυρία Δήμαρχος» του 1960, που τραγουδά η Αννα Χρυσάφη, ή τα 11/8 στο ορχηστρικό ταξίδι «Voyage» από την ταινία «Αμέρικα, Αμέρικα» του Ελία Καζάν, το 1963.
Παρούσα στο έργο του Μάνου Χατζιδάκι είναι η κρητική μουσική παράδοση, όπως π.χ. συμβαίνει στον «Καπετάν Μιχάλη» του 1966. Το συγκεκριμένο έργο ανήκει στα δημοτικοφανή και παραδοσιακότροπα έργα του συνθέτη. Ο τελευταίος δεν περιορίζεται μόνο στη μουσική παράδοση της Κρήτης αλλά χρησιμοποιεί και στοιχεία από τη στεριανή μουσική παράδοση σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς.

Παπάκι στους κάμπους
Και στη μουσική για θεατρικά έργα που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις δανείστηκε στοιχεία της παραδοσιακής μουσικής. Στο έργο «Καίσαρ και Κλεοπάτρα» του Μπέρναρντ Σω (1962) χρησιμοποιεί για πρώτη φορά αυτούσια τη μελωδία ενός παραδοσιακού τραγουδιού την οποία ενσωματώνει στο υπόλοιπο έργο. Στο θεατρικό τραγούδι «Τα έξυπνα παπάκια» ακούγεται ο σκοπός του αιγαιοπελαγίτικου (δωδεκανησιακού) τραγουδιού «Πέρα στους πέρα κάμπους». Είναι γνωστό ότι η πρωτοτυπία και η επιτυχία των έργων του Μάνου Χατζιδάκι έγκεινται στο γεγονός ότι η λογιότητα συνυπάρχει με τη λαϊκότητα μέσα σε μια διαλεκτική σχέση. Η λόγια μουσική προσφέρει την απαραίτητη τεχνογνωσία για περαιτέρω επεξεργασία ενώ η λαϊκή μουσική παράδοση το υλικό προς επεξεργασία με βάση την τεχνογνωσία αυτή. Πρόκειται, όπως σημειώνει στον επίλογο της μονογραφίας της η Ρενάτα Δαλιανούδη, «για ένα πρωτόγνωρο για την εποχή “μεικτό” είδος μουσικής το οποίο ο ίδιος δημιουργεί ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ΄40: τη “λαϊκογενή” λόγια ή “ημιλόγια” ή την- ατέχνως και αδοκίμως- αποκαλούμενη έντεχνη λαϊκή μουσική, την οποία θεμελιώνει αργότερα με πιο έντονα ιδεολογικά και κυρίως πολιτικά κίνητρα ο Μίκης Θεοδωράκης».
φωτό: Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1960, μετά την προβολή της ταινίας «Μανταλένα». Από αριστερά, ο Παντελής Ζερβός, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ο σκηνοθέτης Ντίνος Δημόπουλος και η Καίτη Λαμπροπούλου.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ο συγχωρεμμένος ο Χατζιδάκης είχε μεν δυτική παιδεία αλλά είχε την τύχη να ανακαλύψει και την παράδοσή του και να συνθέσει ό,τι συνέθεσε. Στην Ελλαδίτσα μας το να ανακαλύψεις την ομορφιά της είναι θέμα τύχης μιάς και στα σχολεία μας ό,τι ξεκινάει απο την ψυχή αυτού του πονεμένου λαού τίθεται υπό διωγμόν ή προσαρμώζεται μέσα σέ "κοινώς παραδεκτά ιδεολογικά πλαίσια"

Related Posts with Thumbnails